Σα 8 Φεβρουαρίου 25
ΑρχικήΔελτία Τύπου 2020Δελτία Τύπου Φεβρουάριος 202005-02-2020: Ομιλία του Υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη, Ελευθέριου Οικονόμου σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία με...

05-02-2020: Ομιλία του Υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη, Ελευθέριου Οικονόμου σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία με θέμα: “Διαχείριση ροών & δυνατότητες ενσωμάτωσης”

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Αθήνα, 5 Φεβρουαρίου 2020

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ομιλία του Υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη, Ελευθέριου Οικονόμου σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία με θέμα:
«Διαχείριση ροών & δυνατότητες ενσωμάτωσης»
(
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών , 4 Φεβρουαρίου 2020)

«Κυρίες και Κύριοι,

Ευχαριστώ θερμά την Κίνηση Πολιτών και προσωπικά τον Πρόεδρό της πρέσβη κ. Ιωάννη Ζέπο για την τιμητική του πρόσκληση να με καλέσει ως ομιλητή στη σημερινή δημόσια συζήτηση.

Ευχαριστώ επίσης θερμά και όλους εκείνους που λόγω ή έργο συνέβαλαν στην οργάνωση της εκδήλωσης, ώστε να δοθεί η ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις για ένα θέμα που ταλανίζει ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά πολύ περισσότερο τη χώρα μας.

Εξαίρω λοιπόν και εκφράζω την ευαρέσκειά μου για παρόμοιες εκδηλώσεις όπως η σημερινή, στις οποίες κυριαρχεί ο ελεύθερος διάλογος μεταξύ των πολιτών.

Και είναι γνωστό ότι ο ελεύθερος διάλογος συμβάλλει αποφασιστικά στην καλύτερη κατανόηση και επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων. Αποτελεί επίσης χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε «ανοικτής κοινωνίας» και έτσι η «ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ» κάνει πράξη αυτό που το όνομά της επαγγέλλεται. Της αξίζουν γι’ αυτό πολλά συγχαρητήρια.

Μια δημόσια συζήτηση, με ορθολογισμό και χωρίς ιδεοληπτικές αγκυλώσεις, βοηθά πάντοτε στην κατανόηση και στον σχεδιασμό του παρόντος και του μέλλοντος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις κοινωνίες όπως η ελληνική, όπου είναι στην κουλτούρα του λαού μας να σχεδιάζουμε συνήθως για το παρελθόν – οι ικανότεροι εξ ημών για το παρόν – αλλά σπανίως για το μέλλον.

Συνηθίζουμε στην Ελλάδα να τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα, με συνέπεια να ενεργούμε πάντα υπό πίεση. Δίνουμε γρήγορες λύσεις, οι οποίες δεν εντάσσονται σε μακροχρόνιο στρατηγικό σχεδιασμό. Όμως, έχει αποδειχτεί εμπειρικά ότι οι άμεσες λύσεις είναι περισσότερο αποτελεσματικές τότε, όταν αποφασίζονται εντός ενός ευρύτερου χρονικού πλαισίου. Η αλήθεια αυτή ισχύει ιδιαίτερα όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε ευαίσθητα και σύνθετα προβλήματα όπως το μεταναστευτικό.

Θα ήθελα λοιπόν εξ αρχής να τονίσω ότι, για κάθε ζήτημα που χρήζει πολιτικής διαχείρισης και σχετίζεται με την ασφάλεια της χώρας, είναι σοφό να κινούμαστε σε δύο άξονες:

Πρώτον, στην υλοποίηση βραχυπρόθεσμων πρακτικών λύσεων και

δεύτερον στην εκπόνηση στρατηγικού σχεδιασμού για μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη εφαρμογή.

Πώς αντιλαμβανόμαστε όμως την έννοια του μεταναστευτικού προβλήματος σήμερα και πως συνδέεται το φαινόμενο αυτό με την ασφάλεια μιας χώρας;

Γιατί μιλάμε για μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη που έχει προκαλέσει τόσες οξείες αντιδράσεις, τόσες δυσχέρειες και τόσες έντονες συζητήσεις για την ενδεδειγμένη πολιτική αντιμετώπισης της;

Κυρίες και Κύριοι,

Η μετανάστευση ως πραγματικότητα αποτελεί ένα φαινόμενο πολυδιάστατο και πολυεπίπεδο. Η πολυπλοκότητά του οφείλεται στο γεγονός ότι αποτελεί ένα φαινόμενο στενά συνδεδεμένο με την ανθρώπινη εξέλιξη, αφού συνοδεύει τον άνθρωπο από τα πρώτα βήματα της ύπαρξής του στον πλανήτη. Ως εκ τούτου, αφορά πολλούς τομείς όπως αυτόν της πολιτικής, της οικονομίας, του πολιτισμού, αλλά και της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας.

Η πλήρης ανάλυση του φαινομένου δεν αποτελεί ασφαλώς θέμα της σημερινής μου ομιλίας. Ούτε θα επαρκούσε άλλωστε ο συνολικός χρόνος της ημερίδας. Έτσι, περιορίζομαι αυστηρά στην σχέση μετανάστευση και ασφάλεια.

Για την προσέγγιση του θέματος θεωρώ απαραίτητο, πριν από όλα, να αποσαφηνίσουμε δύο έννοιες: Πρόσφυγας και μετανάστης.

Σήμερα, με περισσότερους από 70 εκατομμύρια βίαια εκτοπισμένους σε όλο τον κόσμο παρατηρούμε συχνά τους όρους «πρόσφυγας» και «μετανάστης» να χρησιμοποιούνται χωρίς καμία διαφοροποίηση τόσο από τα μέσα ενημέρωσης, όσο και στις δημόσιες συζητήσεις. Υπάρχει όμως τελικά διαφορά ανάμεσα σε αυτούς τους δύο όρους; Και αν ναι, έχει σημασία;

Ναι, υπάρχει διαφορά και όντως έχει σημασία. Οι δύο όροι έχουν διακριτά και διαφορετικά νοήματα και συγχέοντάς τους δημιουργούνται ποικίλα προβλήματα, που σχετίζονται μάλιστα σε μεγάλο βαθμό και με την ασφάλεια μιας χώρας.

Το περιεχόμενο της έννοιας του πρόσφυγα προσδιορίζεται από συγκεκριμένες Διεθνείς Συνθήκες, ειδικότερα την Σύμβαση της Γενεύης για τους Πρόσφυγες του 1951 και το Πρωτόκολλο για το Καθεστώς των Προσφύγων του 1967. Νοείται δε κάθε πρόσωπο, το οποίο φοβάται ευλόγως ότι θα υποστεί διώξεις εξαιτίας της φυλής, της θρησκείας, της εθνικότητάς του ή των πολιτικών του πεποιθήσεων, βρίσκεται έξω από την χώρα της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν μπορεί ή εξαιτίας του φόβου του δεν επιθυμεί, να ζητήσει την προστασία της χώρας αυτής.

Αντίθετα, ο μετανάστης επιλέγει να μετακινηθεί όχι εξαιτίας κάποιας άμεσης απειλής δίωξης ή θανάτου, αλλά κυρίως για να βελτιώσει τη ζωή του, αναζητώντας καλύτερες εργασιακές συνθήκες ή, σε κάποιες περιπτώσεις, για να ενωθεί με μέλη της οικογένειάς του που βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό. Σε αντίθεση με τους πρόσφυγες που δεν μπορούν να επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους με ασφάλεια, οι μετανάστες δεν αντιμετωπίζουν αντίστοιχο εμπόδιο στην επιστροφή τους.

Με την διαφοροποίηση λοιπόν αυτή καταλήγουμε εύκολα στο συμπέρασμα ότι δεν είναι πρόσφυγας ο κάθε μετακινούμενος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν κατά τη διέλευσή του από ασφαλείς χώρες αρνείται την παραμονή του σε κάποια από αυτές. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παράνομο οικονομικό μετανάστη, εφόσον εισέρχεται με μη νόμιμο τρόπο στην ευρωπαϊκή επικράτεια.

Συνεπώς, οι ροές πληθυσμών προς την ευρωπαϊκή ήπειρο από μεθοδολογικής απόψεως δεν είναι δυνατόν να κατηγοριοποιούνται συλλήβδην ως προσφυγικές.

Ακόμη όμως και στην περίπτωση που ένα άτομο πληροί τις προϋποθέσεις, ώστε να χαρακτηρισθεί ως πρόσφυγας, χάνει το καθεστώς του πρόσφυγα όταν εγκαταλείπει τις εγκαταστάσεις φιλοξενίας προσφύγων, οι οποίες υπάρχουν σε κράτη της άμεσης υποδοχής των ροών της περιφέρειας, όπως για παράδειγμα η Τουρκία ή ο Λίβανος. Το άτομο αυτό ανήκει πλέον στην κατηγορία του «αιτούντος άσυλο», όχι πρόσφυγας.

Πώς δημιουργήθηκε λοιπόν η σύγχυση αυτή;

Μια ιστορική αναδρομή θα μπορούσε ίσως να βοηθήσει στην κατανόηση των λόγων της σύγχυσης.

Το καθεστώς του ασύλου, που υποκρύπτει πολλά ανθρωπιστικά στοιχεία, αποτελεί μάλλον μια μετασχηματισμένη, γραφειοκρατική και παραποιημένη εκδοχή της αρχαίας «ξενίας». Παράλληλα, σε ιδεολογικό επίπεδο, η έννοια του πρόσφυγα παραπέμπει στην αντίληψη του πολιτικού πρόσφυγα στα χρόνια της ψυχροπολεμικής περιόδου.

Η έννοια του πρόσφυγα διαμορφώθηκε σε μια περίοδο, όπου ο νεοσύστατος Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ελεγχόταν σε επίπεδο αποφάσεων από τα κράτη της Δύσης και αφορούσε σε μεγάλο βαθμό τους διαφεύγοντες από τα ολοκληρωτικά κομμουνιστικά καθεστώτα. Την χρονική εκείνη περίοδο ήταν, βέβαια, δύσκολο να προβλέψει κανείς τις μετέπειτα παγκόσμιες ανακατατάξεις, που οδήγησαν και σε μαζικές μεταναστευτικές ροές.

Ακολούθησαν τα χρόνια όπου οι Δυτικές κοινωνίες αναζητούσαν επί πλέον εργατικά χέρια και ανειδίκευτους αλλοδαπούς εργάτες. Είχαμε έτσι τις πρώτες, αλλά ελεγχόμενες μεταναστευτικές ροές. Σήμερα, και ενώ δεν υφίσταται με την ίδια ένταση η αναγκαιότητα αυτή, η αποδοχή ξένων εργατών παρέμεινε μάλλον ως ένα καθήκον ηθικής διάστασης.

Έτσι, αρκετοί είναι οι οπαδοί των ανοικτών συνόρων, οι οποίοι παρερμηνεύουν την έννοια της φιλοξενίας και μεταβάλουν τη μετανάστευση από ένα εγχείρημα συμβολής στην οικονομική ανάπτυξη, σε μια επίδειξη ηθικής ανωτερότητας και αυταρέσκειας.

Η παρερμηνεία αυτή συναντάται μάλιστα σε μεγάλο βαθμό ακόμη και μεταξύ των διοικητικών και πολιτικών ελίτ, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η Ευρώπη ως επιθυμητός προορισμός δεν είναι παρά μία επιβεβαίωση της πολιτισμικής της ανωτερότητας.

Πρόκειται ασφαλώς για μια παρερμηνεία. Για ένα λάθος. Είναι άλλο πράγμα να σε ελκύει ένας τόπος γιατί εγγυάται μια καλύτερη ζωή και άλλο πράγμα να θαυμάζεις έναν τόπο και να αποδέχεσαι τις αξίες του.

Η ιδεοληπτική ταύτιση της έννοιας του μετανάστη με την έννοια του πρόσφυγα είναι πολλαπλώς μη λειτουργική και για την ασφάλεια μιας χώρας. Κατά πρώτον, συσκοτίζει τα κίνητρα των συμμετεχόντων στις μεταναστευτικές ροές. Κατά δεύτερον, προξενεί προφανείς δυσχέρειες στην πολιτική των χωρών υποδοχής, εφόσον συγχέονται η μετανάστευση που αφορά οικονομικούς λόγους με το καθεστώς του ασύλου που αφορά ανθρωπιστικούς λόγους.

Κυρίες και Κύριοι,

Η μέχρι τώρα εισαγωγική μου ομιλία έγινε για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι ανεξέλεγκτες ροές έχουν άμεσο αντίκτυπο στην εσωτερική ασφάλεια των χωρών υποδοχής.

Όταν δεν γνωρίζουμε επακριβώς τους λόγους και τα αίτια αυτών που επιθυμούν την εγκατάστασή τους σε μια χώρα, η ασφάλεια της χώρας μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις τρομοκρατικές επιθέσεις που έχουν εκδηλωθεί σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.

Είναι κοινός πια τόπος ότι ένα ποσοστό των μεταναστών διάκειται εχθρικά απέναντι στον πολιτισμό και τις αξίες των δυτικών χωρών. Άτομα με διαφορετική φιλοσοφία και αντίληψη ζωής προσπαθούν μέσω της τρομοκρατίας να επιβάλλουν τη δική τους κοσμοθεωρία, τα δικά τους ήθη, τα δικά τους έθιμα.

Στρατευμένα και φανατικά άτομα, πρεσβευτές και εκτελεστικά όργανα κάποιου δόγματος έχουν ως σκοπό τον αφανισμό κάθε δυτικού τρόπου ζωής. Δυστυχώς, η πλειοψηφία των τρομοκρατικών επιθέσεων προέρχεται από μέλη ισλαμικών κοινοτήτων, τα οποία τις περισσότερες φορές εισέρχονται λάθρα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Για τον λόγο αυτό ο συσχετισμός μεταναστευτικών ροών και ι σλαμιστικής τρομοκρατίας αποτελεί πλέον κοινό τόπο στις αναλύσεις των Υπηρεσιών ασφαλείας.

Προσοχή όμως: Προς αποφυγήν κάθε παρερμηνείας θέλω να τονίσω με ιδιαίτερη έμφαση ότι δεν αναφέρομαι συλλήβδην στους Μουσουλμάνους και γενικότερα στον κόσμο του Ισλάμ, αλλά στις ριζοσπαστικές εκείνες «αδελφότητες», που διακρίνονται από ισχυρά αντιδυτικά συναισθήματα και τάσεις αποστασιοποίησης από την κοινωνική και πολιτισμική σφαίρα του εκκοσμικευμένου ευρωπαϊκού χώρου.

Αναφέρομαι στους ριζοσπάστες εκείνους που επιδιώκουν την καθιέρωση του ισλαμικού νόμου τη γνωστή μας σαρία σε χώρες όπου ζει σημαντικός αριθμός Μουσουλμάνων, αλλά ακόμη και σε μη- Μουσουλμάνους.

Αναφέρομαι σε αυτούς που απορρίπτουν φανατικά κάθε έννοια αφομοίωσης ή ενσωμάτωσης στις δομές της Ευρώπης και δημιουργούν παράλληλες κοινωνίες.

Με δεδομένη λοιπόν αυτήν την αντιδυτική ιδεολογική στάση, πολύ δε περισσότερο με την αξίωσή τους για την παγκόσμια κυριαρχία της ισλαμικής θρησκείας με κάθε μέσο, αυξάνονται οι πιθανότητες εγκληματικών ενεργειών και συμβάλλουν στην ανατροφοδότηση της εσωτερικής τρομοκρατίας.

Σήμερα, οι ριζοσπάστες Ισλαμιστές και σαλαφιστές Μουσουλμάνοι, πολλοί από τους οποίους εισήλθαν με παράνομο τρόπο σε ευρωπαϊκό έδαφος, ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες, με κύρια κέντρα την Γαλλία, το Βέλγιο, την Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία. Σημαντικοί επίσης θύλακες ριζοσπαστών Ισλαμιστών βρίσκονται στην Ισπανία, την Σουηδία και την Νορβηγία.

Η ανάλυση των πολλαπλών τρομοκρατικών επιθέσεων στην Ευρώπη από εξτρεμιστικά μέλη ισλαμικών κοινοτήτων καταδεικνύει τα όρια του εγχειρήματος ενσωμάτωσης στην ευρωπαϊκή νομική και πολιτισμική πραγματικότητα.

Δεν είναι τυχαίος λοιπόν ο συσχετισμός μεταναστευτικών ροών και ισλαμιστικής τρομοκρατίας εκ μέρους των Υπηρεσιών Ασφαλείας των ευρωπαϊκών χωρών.

Παρ’ όλα αυτά θέλω να τονίσω ότι η αξιολόγηση και η αξιοποίηση των στοιχείων πρέπει να πραγματοποιείται με τρόπο ορθολογιστικό και με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό επιτάσσει ο δικός μας ευρωπαϊκός πολιτισμός.

Δεν μπορούμε όμως και δεν πρέπει να αγνοούμε την σκληρή αυτή πραγματικότητα. Και τούτο, γιατί η εσωτερική τρομοκρατία σε κράτη όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, γνωρίζει νέα έξαρση, καθώς πολυάριθμοι τρομοκράτες και δίκτυα υποστήριξης δρουν σχετικά εύκολα, εκμεταλλευόμενα το χαλαρό νομικό ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Την πραγματικότητα αυτή τονίζουν με ιδιαίτερη έμφαση οι επικεφαλής των Υπηρεσιών Ασφαλείας πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Όλοι περιγράφουν τη σοβαρότητα του προβλήματος και επικαλούνται την ανάγκη για μ ια συνολική κοινή ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του προβλήματος της παράνομης μετανάστευσης.

Ο έλεγχος των συνόρων, η ασφάλεια και η εναρμονισμένη διαχείριση των προσφύγων είναι προφανή δημόσια αγαθά τόσο για την Ελλάδα ως πύλη εισόδου παράνομων μεταναστών, όσο και για την ευρύτερη ευρωπαϊκή περιοχή.

Η ανεξέλεγκτη μετανάστευση αποτελεί κοινό ευρωπαϊκό πρόβλημα. Για την αντιμετώπισή του κανείς δεν περισσεύει. Αλλά και εντός της χώρας είναι απαραίτητη η συντονισμένη συνεργασία, γιατί είναι εντελώς απίθανο οι διάφορες εμπλεκόμενες εθνικές Υπηρεσίες να ενεργούν ανεξάρτητα και να μπορούν να διασφαλίσουν αποτελεσματικά το αγαθό της ασφάλειας των πολιτών.

Κυρίες και κύριοι,

Περιορίστηκα μέχρι στιγμής στο πρόβλημα της τρομοκρατίας γιατί είναι ίσως το σοβαρότερο, που μπορεί να προκύψει από μια ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Δεν είναι όμως ο μοναδικός κίνδυνος που αφορά την ασφάλεια των πολιτών. Η παραβατικότητα κάθε μορφής εκ μέρους ατόμων που αρνούνται την υποταγή στο νόμο και την ενσωμάτωσή τους στις αρχές και αξίες της κοινωνίας μας, συμβάλλουν επίσης στην υποβάθμιση του αισθήματος ασφαλείας.

Η βίαιη επιβολή ξένων προτύπων ζωής, ηθών και εθίμων είναι λογικό να αναστατώνουν τη Δημόσια Διοίκηση, την Κοινωνία, το Πολιτικό Σύστημα και την Οικονομική Ζωή κάθε χώρας.

Η επίλυση του προβλήματος είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε. Με την διαιώνιση του μεγιστοποιείται ο κίνδυνος της αποσταθεροποίησης των δομών της χώρας, με αποτέλεσμα ένα κομμάτι της κοινωνίας να ριζοσπαστικοποιείται και βαθμηδόν να αποστασιοποιείται από την τήρηση των συνταγματικών επιταγών, επειδή δεν ανέχεται άλλο την μη λύση του προβλήματος.

Δυστυχώς, η μέχρι τώρα αντιμετώπιση του ζητήματος έχει αναδείξει όλες τις αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τα αργά αντανακλαστικά της, ο αποσπασματικός χειρισμός της κρίσης, καθώς και οι έντονες διαφορές μεταξύ των χωρών που την απαρτίζουν.

Τα δημογραφικά μεγέθη των χωρών της «περιφέρειας» σε σχέση με αυτά του «κέντρου», – όπου ως «περιφέρεια» νοούνται οι χώρες προέλευσης των μεταναστών και ως «κέντρο» η Ευρώπη – φανερώνουν ότι οι μεταναστευτικές ροές θα ενισχυθούν τα επόμενα έτη. Όμως, όσο αυξάνεται η ανεξέλεγκτη μετανάστευση, τόσο θα αυξάνεται και η ανασφάλεια των πολιτών.

Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν, ώστε να αντιμετωπίσουμε ορθολογικά και αποτελεσματικά το μεταναστευτικό και να διασφαλίσουμε στο μέγιστο βαθμό το αγαθό της ασφάλειας;

Μέσα στα στενά χρονικά όρια που επιβάλλει η συνάντησή μας θα μπορούσα, πολύ συνοπτικά, να εξωτερικεύσω κάποιες προσωπικές απόψεις, σχετικά με πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο: Έτσι,

1ον Χρειαζόμαστε έναν σαφή προσδιορισμό και αποσαφήνιση της εννοίας του εσωτερικού ασύλου. Σε περίπτωση κατά την οποία ο αιτών πολιτικό άσυλο αλλοδαπός είχε την δυνατότητα να καταφύγει σε ασφαλές σημείο εντός της επικράτειας της χώρας του, η αίτηση πολι τικού ασύλου στην χώρα υποδοχής και εξέτασης του αιτή ματος θα πρέπει να απορρίπτεται ως καταχρηστική.

2ον Χρειαζόμαστε την δημιουργία ενός καταλόγου κρατών ασφαλούς προέλευσης των μεταναστευτικών ροών. Η εξέλιξη αυτή θα εξορθολογήσει την διαδικασία παροχής ασύλου και έτσι, για τα πρό σωπα τα οποία προέρχονται από ασφαλή κράτη προέλευσης, θα θεωρείται ότι δεν θεμελιώνονται επαρκείς λόγοι πα ροχής ασύλου.

3ον Η πρόταση για μια αναλογική και δίκαιη ανακατανομή προσφύγων σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι αρκετή, γιατί αποτελεί προσωρινή μόνον λύση. Αν αρκεστούμε μόνο σε αυτό θα συμβάλλουμε στην επίταση νέων μεταναστευτικών ροών, εφόσον η πρακτική αυτή θα αποτελέσει δεσμευτική πραγματικότητα.

4ον Σε διακρατικό επίπεδο η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβάλλεται πλέον να ενεργήσει ως αυτόνομος και ισχυρός διεθνής παράγων. Το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό και όχι μόνον ελληνικό. Οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η Ευρώπη έχει σαφή και προσδιορισμένα χερσαία και θαλάσσια σύνορα, τα οποία χρήζουν αποτελεσματικής φύλαξης.

5ον Είναι αναγκαία η ε νθάρρυνση των κρατών διέλευσης με οικονομικά και θεσμικά κίνητρα να απορροφούν πρόσφυγες. Τέτοια κράτη μπορούν να αποτελέσουν αυτά που χαρακτηρίζονται από πολιτική σταθερότητα και σχετική οικονομική ανάπτυξη.

6ον Η FRONTEX θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα Ευρωπαϊκό Σώμα Φύλαξης Συνόρων. Χερσαίων και Θαλασσίων. Μόνο αυτή μπορεί να εγγυηθεί την ελευθερία που μας δίνει η Σένγκεν. Βέβαια, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μεθοριακού Σώματος προϋποθέτει ένα σύνολο κανόνων, αποδεκτών από όλες τις χώρες. Έτσι όμως θα μπορούσαμε να διορθώσουμε και τα τρωτά του κανονισμού του Δουβλίνου, ο οποίος έχει προκαλέσει μια κούρσα «προς τα κάτω», όπου τα ευρωπαϊκά κράτη ανταγωνίζονται για το ποιο θα γίνει λιγότερο ελκυστικό για τους μετανάστες.

Κυρίες και Κύριοι,

Συμπερασματικά, θα μπορούσα να τελειώσω την ομιλία μου τονίζοντας:

Ναι, η προσφυγική κρίση και οι ολοένα αυξανόμενες ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη είναι ένα πρόβλημα που σείει συθέμελα την Ένωση, με τους θεσμούς και τα κράτη μέλη της να αδυνατούν ως σήμερα να αντιμετωπίσουν επιτυχώς την έλευση τόσων εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στα εδάφη της.

Ναι, η ανεξέλεγκτη μετανάστευση υποβαθμίζει το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών στον βαθμό που άτομα και ομάδες αρνούνται την τήρηση του νόμου και τον σεβασμό των δυτικών αξιών.

Ναι, είναι πλέον σαφές ότι καμία χώρα δεν μπορεί να επωμιστεί το βάρος της κρίσης των προσφύγων και μεταναστών μόνη της.

Ήρθε πλέον η ώρα να συμβιβαστούμε με τα λάθη μας και να μάθουμε από αυτά. Αν το κάνουμε, η σημερινή κρίση θα μπορούσε ίσως να αποτελέσει μια ευκαιρία για την αναζωογόνηση της Ένωσης και να κάνουμε ένα ακόμη βήμα εμπρός.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση άλλωστε είναι αυτό που κτίζεται κάθε μέρα, ξεπερνώντας κάθε της κρίση. Ως Ευρωπαίοι, δεν μπορούμε να αφήσουμε το δύσκολο αυτό έργο να μας χωρίσει. Γιατί ενωμένοι διασφαλίζουμε τη Δημοκρατία, που χωρίς την ελευθερία και το αγαθό της ασφάλειας δεν νοείται.

Σας ευχαριστώ . »

Τελευταίες Αναρτήσεις