Αθήνα 03-05-2006
Κυρίες και κύριοι, διάβασα το συναρπαστικό βιβλίο της κας Παυλίνας Νάσιουτζικ «Μυστικές Εταιρείες και Ελληνικά Πάθη». Καταγοητεύτηκα απ´ αυτό. Όσα είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχουν πολύ καλή απόδοση επί των διανοημάτων του βιβλίου και επί του κορμού των ιδεών. Είχαν και μία ακαδημαϊκή σύνθεση, όπως το συνηθίζει ο Ευάγγελος.
Στη δική μου αξιολογική παρατήρηση του βιβλίου επί των όσων απεκόμισα θέλω να σας εκθέσω μια κεντρική σκέψη. Παρουσιάζει την Αμερική του 18ου – 19ου αιώνα, κυρίως του 19ου αιώνα, με μια υπόθεση εργασίας, δεν πηγαίνει στην λεγόμενη πορεία της Μασαχουσέτης που ακολούθησε στρατιωτικά ο Τζώρτζ Ουάσιγκτον, δηλαδή ακριβώς το 1776 στο Pennsylvania Avenue.
Δεν παρακολουθεί τα πεδία των μαχών, τα παρακάμπτει. Δεν στέκεται στο επεισόδιο της ρήξεως του τσαγιού από τους μεταμφιεσμένους Αμερικάνους, μάλλον Αποίκους, οι οποίοι έκαναν την πρώτη πράξη της απελευθέρωσης και έριξαν το τσάι στη Βοστόνη στο λιμάνι. Αυτά όλα τα παρακάμπτει. Όλα τα επικά, όλα τα ηρωικά, όλα όσα συνοδεύονται από τα "tambour battant" και από παιάνες.
Τι κάνει; Να σας κάνω μία κατά κάποιο τρόπο εκβιαστική αναλογία. Νομίζω, ότι άμα γράφαμε για την Ελλάδα του 19ου αιώνα μπορούσε να παρακάμψει τα πάντα και να ασχοληθεί (τα πάντα εκείνα τα οποία φωτίζουν τη σκέψη μας και είναι τα καθαρώς επικά) και να ασχοληθεί π.χ. με φωτισμούς για τον ΄Ανθιμο Γαζή, για τον Αδαμάντιο Κοραή, για το Σολωμό, για τον Κάλβο, για τον Βιζυηνό ιδιαίτερα. Δηλαδή και άμα το έφτανε μέχρι σήμερα Μίμη…(ενν. τον Μίμη Ανδρουλάκη)
Μ. Ανδρουλάκης:Μπορεί να έβαζε και τον Πολύδωρα.
Β. Πολύδωρας: Όχι. Και άμα το έφτανε μέχρι σήμερα, ακούστε το συλλογισμό μου, αυτό θέλω να ελέγξετε, αυτό εκθέτω στην κρίση σας, να μιλούσε παρακάμπτοντας τον Μίμη τον Ανδρουλάκη και τον Βύρωνα τον Πολύδωρα, αλλά κάνοντας μεγάλες, ωραίες υπογραμμίσεις για τον Σεφέρη, για τον Ελύτη, για τον Νίκο Καζαντζάκη, για τον Παπαδιαμάντη και θα απέδιδε το θέμα Ελλάδα.
Δηλαδή μας ξενάγησε σε μία όχι ιστοριοδίφηση, αλλά σε μία αποδεικτική γραφή που παίρνει ένα μεγάκοσμο ονομάτων, την πνευματική συνεισφορά τους αυτών των ονομάτων και τα προσαρμόζει σε μετρήσιμα μεγέθη οικονομίας και πολιτικής που ίσχυσαν στην Αμερική.
Έχω σημειώσει σαν συμπέρασμα να σας εκθέσω, ότι ο τροχός της ιστορίας κινείται από κάποια ουσία που δεν είναι ενστικτώδης, όπως κάποιος μπορεί να υποθέσει από μια ρηχή ανάγνωση των πραγμάτων, αλλά από μια ουσία βαθιά πνευματική.
Το βαθύ σκεπτικό, μάλιστα χωρίς διαφανή σύνδεση σχέση αιτίου προς αιτιατό, η πνευματικότητα είναι η κινητήρια δύναμη της οικονομίας, της πολιτικής και της κοινωνίας. Αυτό είναι το θεώρημα που προτασσόμενο αποδεικνύεται με την αποδεικτική γραφή της κας Νάσιουτζικ θαυμάσια.
Βλέπω ακόμη να διατρέχει όλο το βιβλίο μία υπόθεση εργασίας για την αξία της ιδεολογίας της κουλτούρας και ακόμη και τη συγκρουσιακή διάσταση, τον πόλεμο της κουλτούρας, για να καταλήγουμε άλλες φορές σε σύγκρουση και διάσταση και άλλες φορές σε συμφιλίωση και καταλλαγή.
Παράδειγμα. Ξοδεύει πολλές σελίδες και επανειλημμένες αναφορές για μια σύγκρουση ιδεολογική μεταξύ του Πανεπιστημίου του ΄Αμχερστ και του Χάρβαρντ και πρέπει να γίνει κανείς ένας σχολαστικός ιστοριοδίφης των γιγνομένων εκεί στη νέα Αγγλία, στη Βοστόνη για το ποιες είναι οι αποχρώσεις, οι κεφαλαιώδεις διαφορές.
Ανάμεσα στις δύο αυτές σχολές από τις οποίες σχολές γεννήθηκαν άλλες πνευματικές σχολές, όπως το «Σκάλεν Μπόουλς» που το είδαμε και σε επίκαιρες αναφορές πρόπερσι σε σχέση με πολιτικούς της Αμερικής κ.ο.κ.
Η λογική των γεγονότων, των γεγονότων των μετρήσιμων, των αυστηρών ιστορικών γεγονότων σχεδόν την αφήνει αδιάφορη. Αλλά κρατεί μια συνέπεια, όπως μας το λέει άλλωστε, Μυστικές Εταιρείες και Ελληνικά Πάθη, να σας πω γιατί κάνει αυτή τη σύνδεση με τα ελληνικά πάθη (και καλά είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ότι ουσιαστικά το συνδέει με το πρώτο της βιβλίο), αλλά θέλω να σημειώσω ότι θεωρεί μία ανακοίνωση σε ένα πανεπιστήμιο της νέας Αγγλίας πολύ σημαντικό πολιτικό γεγονός.
Θέλει να αξιοποιήσει σαν να είχε άμεσο κυματισμό ο λόγος της και η φωνή της, ενώ δεν είναι έτσι. Έχει η ίδια αποκρούσει τις ρεαλιστικές κλίμακες αναφορών και πάει στο δικό της σύστημα κλιμάκων αναφοράς.
Της Έμιλυ Ντίκινσον π.χ. τα φθέγματα, τα ποιήματα, οι παρεμβάσεις, τα πάθη της, όλο αυτό το ηφαιστειώδες, το ηφαιστειακό, τα λαμβάνει τις μετρητοίς, τα μεγενθύνει και νομίζεις ότι εδώ η γραφή, ο λόγος της Έμιλυ Ντίκινσον είναι καθοριστικός για την Ουάσιγκτον, για το Κογκρέσσο, για το Πεντάγωνο, είναι καταπληκτικό, είναι συναρπαστικό αυτό που κάνει.
Εγώ έχω μια κριτική παρατήρηση για την κα Παυλίνα Νάσιουτζικ. Την έχω σημειώσει κάπου εδώ μέσα. Μπορεί στο κάτω – κάτω της γραφής οι παραδοχές της να συνθέτουν, όπως μας οδηγεί και μας ξεναγεί με τα γιγνόμενα στα πανεπιστήμια και να δούμε πώς έγινε ένας Κουακέρος να πάει να εκχριστιανίσει έναν Μουσουλμάνο κάποτε και τα επεισόδια και όλα κατάγονται από την Προτεσταντική ηθική, ο Καθολικισμός είναι σχεδόν μηδενισμένος σ΄ εκείνο το χώρο.
Δεν ξεκίνησαν όλα το 1776, ούτε το 1530 όταν έχουμε το πλοίο με τους Πίλγκριμς, είναι το δεύτερο πλοίο, γιατί το πρώτο μου φαίνεται είναι το Μayflower, με το Μayflower Compact επ΄ αυτού.
Και τι κάνει; Λέω εγώ τώρα, σας εκθέτω μια κριτική υποψία. Μπορεί να είναι και ένας ακούσιος εκβιασμός αυτό που κάνει η κα Νάσιουτζικ με τον εαυτό της και τον εκθέτει σ΄ εμάς. Να θέλει δηλαδή η συγγραφέας να εκβιάσει τον ποταμό των υποθέσεων και φανταστικών λύσεων στις οποίες επιδίδεται η λογοτεχνία και δη η μυθιστοριογραφία και αυτός ο ποταμός των φανταστικών λύσεων να εκχυθεί στη λεκάνη της πολιτικής και των σχεδιασμένων κοινωνικών φαινομένων και να είναι η απόδειξη της αληθινής ουσίας που κινεί τα πράγματα.
Είναι μια γλυκιά υπόθεση ό,τι έρχεται από το Σολωμό, ό,τι έρχεται από το «΄Αξιον Εστί» του Ελύτη, ό,τι έρχεται από τα Federalist paper (δεν τα δουλεύεις πολύ), τα Federalist paper των Χάμιλτον, Μάντισον και Τζαίϋ, δουλεύει όμως πολύ τους τρεις συγγραφείς της Διακήρυξης, δηλαδή τον Τζέφερσον, τον ΄Ανταμς και τον τρίτον, δεν θυμάμαι. Και είναι μια γραμμή αναφορών τόσο γοητευτική που μας πείθει ότι όλα ξεκίνησαν από μία ανατροπή του Λούθηρου, του Καλβίνου, του Σβίγκλιν και η ίδια ανατροπή συνεχίστηκε και έγινε κατεστημένη ιδεολογία εκεί στη Νέα Αγγλία.
Νομίζουμε ότι εκείνη η ζωή του 17ου – 18ου και 19ου αιώνα στην Αμερική είναι μία σχεδόν υλιστική ζωή. Η πρόταση της κας Νάσιουτζικ λέει, ήταν βαθέως πνευματική ζωή. Και όταν έρχεται το σινεμά και μας δείχνει να κάνουν την εξόρμηση προς τη Δύση, βλέπεις π.χ. και έναν τρελό Παπά με μια Βίβλο κάτι να κηρύττει, δεν είναι Καθολικός, είναι κάποια Προτεσταντική δοξασία. Και αυτός είναι συντεταγμένος σε κίνημα, σε κίνηση. Αυτά ως προς τη Δύση.
Και ύστερα ερχόμαστε στην Ανατολή και φτιάχνουνε οι Αμερικανοί το ANATOLIA COLLEGE στην Κωνσταντινούπολη το οποίο μεταφυτεύτηκε το ΄20 στη Θεσσαλονίκη. Και φτιάχνουν οι Αμερικανοί το ROGERS COLLEGE και γράφει κάπου στο πρώτο βιβλίο, δεν ξέρω αν το γράφει και σ΄ αυτό, ότι δεν υπήρξε π.χ. κανένας πολιτικός της Βουλγαρίας που να μην ήταν απόφοιτος του ROGERS COLLEGE.
Και βλέπεις ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο και δεν είναι μόνον η κανονιοφόρος της ισχύος η οποία θα φέρει τη σφαίρα επιρροής ή μάλλον θα διευρύνει τη σφαίρα επιρροής και τα παρόμοια. Η βαθιά πνευματικότητα. Αυτό με εντυπωσιάζει στα δύο βιβλία που αποτελούν μία ενότητα της κας Νάσιουτζικ.
Και θέλω να σου πω Μίμη, έχουμε τώρα μία καθαρή έκθεση, ότι η ιδεολογία δεν υπήρξε μόνον μετά το 1848 το δικό σας με το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Η ιδεολογία, μάλλον οι ιδεολογικές συγκρούσεις υπήρξαν και πριν χωρίς αυτό το κριτήριο του Μαρξισμού με τον υλισμό, με το τι αποκρούει, ποια είναι τα θεωρήματα, αυτά που έχουμε δουλέψει πολύ από το 1848 μέχρι σήμερα ή μέχρι το 1990.
Πριν η ιδεολογική σύγκρουση με βάση πνευματικότητες και ακόμα με μια μεγαλύτερη βάση πιο χειροπιαστή, θρησκευτικές διαστάσεις της πνευματικότητας ήσαν θέμα κοινωνικής ανάτασης ή κατάπτωσης ανάλογα για όλο το μήκος της ιστορίας.
Η τελευταία παρατήρησή μου αποδίδεται, για να οικονομούμε και τη συζήτηση, με μία σημείωση που έχω κάνει υπέρ της συγγραφέως. Έχει να κάνει από την 1η σελίδα. Λέει για το παιδί, το παιδί της, για την κριτική ματιά του παιδιού της, μια σχέση πάρα πολύ τρυφερή και σας λέω τις δύο λέξεις. Έχω σημειώσει πάρα πολλά, αλλά δεν σας τα λέω γιατί δεν θέλω να σας προσφέρω μασημένη τροφή και θέλω να σας κάνω να σπεύσετε να το διαβάσετε και να βρείτε μόνοι σας τις ανακαλύψεις που πρέπει.
Αλλά ακούστε τι λέει: Στο παιδικό δωμάτιο. «Το παιδικό δωμάτιο ήταν σημαντικότερο από τις συνεδριακές αίθουσες και τα ακαδημαϊκά διδασκαλεία». Και λέει: «Εκεί που διαμορφώνονται κυριολεκτικά τα ανθρώπινα πεπρωμένα, εκεί που διεξάγονται οι μεγαλύτερες μάχες με τους πιο στυγνούς διαπραγματευτές, αλλά και εκεί που η ψυχή ανυψώνεται και η αγάπη δικαιώνει τα πάντα».
Σημειώνω εγώ υπέρ της κας Νάσιουτζικ. Όποιος αποκαλύπτεται έτσι με τόση ειλικρίνεια, με τόση αυτοεκτίμηση και με τόση βεβαιότητα για τους ορισμούς των σταδίων της ζωής, είναι άξιος. Εμένα με πείθει. Είναι πολύ άξια συγγραφεύς η κα Νάσιουτζικ. Την συγχαίρω και την ευχαριστώ.